Έρχονται και φεύγουν...

_
Έρχονται και φεύγουν οι άνθρωποι, λοιπόν...
Πως δεν είχε διδαχθεί απ' τα πουλιά του καλοκαιριού; Όπως αυτά...Έρχονται και Φεύγουν.... έτσι κι ο άνθρωπος.
(Διαβάστε το παρακάτω άρθρο ακούγοντας τη παραπάνω μελωδία)

Καθώς ο τριγύρω κόσμος προβάλλεται ως το βάθος του ανθρώπου, έτσι κι ο άνθρωπος, ο έσω άνθρωπος προβάλλεται ως το βάθος του κόσμου. Αυτή η αδιάλειπτη αλληλοπεριχώρηση συνιστά ένα από τα μυστήρια του “Υπάρχειν”.  Να μην υπάρχεις “Μόνος”, αλλά να υπάρχεις “Μαζί”.

Το μυστήριο αυτό της αλληλοεπιρροής το συνειδητοποιείς όσο ρέει μέσα σου ο χρόνος της ζωής σου, κατορθώνοντας να χαλκουργήσει την ψυχή σου, να καθαρίσει την συνείδηση σου, να κάμψει το κορμί σου, να συντελέσει την τραγική σου εκείνη χύμευση που σε ωθεί προς την έξοδο του κόσμου. Έξοδο του εαυτού σου από τον κόσμο - έξοδο του κόσμου από 'σένα.  Και τότε συνειδητοποιείς, πόσα χρώματα έχει αλλάξει μέσα στο βίο σου το καλοκαίρι.

Υπήρξαν καλοκαίρια που τ' αντίκριζες με μισόκλειστα τα παιδικά σου μάτια...
Καλοκαίρια αποκαλυπτικά της εφηβείας, όπου αποθαύμαζες τον κόσμο που γνώριζες... Καλοκαίρια του πάθους, της νεότητας, που τα ένιωθες να εισχωρούν ως λάμες καυτές μέσα στα σπλάχνα σου, καίγοντας το κορμί σου ολάκερο, συναγείροντας την πάσα ύπαρξη σου...
Καλοκαίρια της ωριμότητας όπου η ζωή απογυμνώνεται για να σου φανερώσει τα σκοτάδια της. . . Καλοκαίρια της σιωπηλής εξόδου, όταν ο κόσμος χάνει τα χρώματα και μέσα στην χλωμάδα του καλοκαιριού αισθάνεσαι να σωπαίνουν με τη σειρά τους όλα τα στόματα, όλες οι φωνές και γδούποι σωμάτων να ταράζουν τις νύχτες σου.

Κοιτάζεις που ήρθε το Καλοκαίρι, ψαύεις τον θαυματουργό Αύγουστο, και δεν τον αναγνωρίζεις.  Το καλοκαίρι έχει αποχτήσει τη μελαγχολική διαύγεια των ματιών που έχουν αγρυπνήσει πολύ, που έχουν -μυστικά- κλάψει πολύ.

Προσπαθείς να ξαναβρείς εκείνη τη θάλασσα. . . . .
Και η θάλασσα εκείνη η πασίχαρη, η πολυσήμαντη, μοιάζει να μην υπήρξε ποτέ.
Φαντάστηκες το παρελθόν σου, δεν το έζησες. Και η μνήμη σου είναι πλέον βαρύφορτη, από τα έκπαγλα κατάλοιπα... Προσπαθείς, πατώντας επάνω σε νωπά χρώματα, ν' ανέβεις πάνω στο πρόχωμα που υψώνεται ανάμεσα σ' εσένα και τον κόσμο και τρομάζεις που βλέπεις τη θάλασσα εκείνη, τη θεϊκή παστάδα, να έχει τόσο αποτραβηχτεί μαζί με τα ευσταλή γυμνά σώματα. Ο χρόνος τα έδιωξε, αυτό το αχόρταγο θηρίο, το ανθρωποφάγο.

Ένα μουντό χρώμα πνίγει τα χρώματα του καλοκαιριού, στερεί τον Αύγουστο από τις διεγερτικές του ουσίες, η αποκαλυπτική ομορφιά του, βυθίζεται σε σκιά.  Χωρίς φώτα, τα χρώματα πεθαίνουν. Και τα φώτα σβήνουν μέσα μας. Εκείνα που μας στήριζαν στη ζωή. Εκείνα αποκάλυπταν τη θεία γυμνότητα του καλοκαιριού. 

Η ύπαρξη παύει να απορροφά τον κόσμο. Κι ο κόσμος πλέον δεν την απορροφά.  Τη μια μετά την άλλη, κλίνει τις στρόφιγγες του και ο άνθρωπος αφουγκράζεται φωνές του ουρανού ή φωνές των εγκάτων. Πως δεν είχε διδαχθεί απ' τα πουλιά του καλοκαιριού; Όπως αυτά Έρχονται και Φεύγουν... έτσι κι ο άνθρωπος.

Έρχονται και φεύγουν... 

Αλλά μέχρι να φύγουν θα σου 'χουν μάθει τόσα. Θα σου 'χουν μάθει... πως είναι να κοιτάς τα χρώματα στον ουρανό το ξημέρωμα ή πως πρέπει να κόψεις το μήλο για να βρεις το αστέρι μέσα του. Να διαβάζεις απ΄ το τέλος προς την αρχή. Να αγαπάς χωρίς ανταλλάγματα και δίχως περιορισμούς… Θα σου 'χουν μάθει, να είσαι απλά, αληθινός.



No comments:

Powered by Blogger.